Σάββατο 17 Ιουλίου 2010




Ο Αίσωπος

Ο Αίσωπος γεννήθηκε στην περιοχή της Φρυγίας το 600 περίπου π.Χ. και πέθανε στα 564 π.Χ. Ήταν μαύρος κι άσχημος και δούλευε σε κάποιον κτηματία σαν δούλος - βοσκός. Μια μέρα, που είδε τον επιστάτη να χτυπάει άδικα έναν δούλο, έτρεξε να τον βοηθήσει κι έτσι ο επιστάτης για να τον εκδικηθεί τον κατηγόρησε στο αφεντικό - κτηματία - που τον πήγε στην αγορά της Εφέσσου να τον πουλήσει!
Εκεί, τον αγόρασε ο σοφός Ξάνθος από την Σάμο, που εκτίμησε το έξυπνο βλέμα του και τον πήρε μαζί του σαν δούλο. Μαζί του, ο Αίσωπος, άρχισε να ταξιδεύει και να γνωρίζει τον κόσμο. Κάποτε έφθασαν και στην περιοχή των Δελφών όπου επισκέφθηκαν το περίφημο Μαντείο. Ο Αίσωπος ειρωνεύτηκε τουε ιερείς του Μαντείου ότι μαντεύουν για να πλουτίζουν και τους κατοίκους των Δελφών ότι αντί να καλλιεργούν τα κτήματά τους και να φροντίζουν τα ζώα τους ζούσαν από τα αφιερώματα των προσκυνητών του Μαντείου. Αυτό του το θράσσος εξόργισε τους ιερείς του Μαντείου οι οποίοι τον παγίδευσαν, βάζοντας ένα χρυσό ποτήρι στις αποσκευές του, και κατόπιν τον κατηγόρησαν για κλέφτη κι ιερόσυλο! Έτσι τον δίκασαν άδικα και τον καταδίκασαν σε θάνατο, ρίχνοντας τον από τις κορυφές των Φαιδρυάδων, κάποια απόκρημνα βράχια. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Απόλλωνας τιμώρησε την αδικία τους στέλνοντας στους κατοίκους των Δελφών μεγάλη πείνα και λιμό, που θέρισαν πολλούς κατοίκους. Αυτοί τότε για να εξιλεωθούν, έστησαν μια μαρμάρινη στήλη προς τιμήν του Αισώπου.
Λέγεται ότι ο Αίσωπος είπε τους μύθους του αυτούς όχι μόνο στη διάρκεια της ζωής του αλλά και με σκοπό να υποστηρίξει την αθωότητά του στο δικαστήριο. Μέσα από τους μύθους του διακρίνεται το ευρύ, παρατηρητικό του πνεύμα κι η ικανότητά του να διδάσκει με μικρές απλές ιστορίες, που πάντα έχουν στο τέλος κάποιο ηθικό δίδαγμα. Ο Αίσωπος συνήθιζε με την παρατηρητικότητα και την βαθειά σοφία του να πλάθει τέτοιες ιστορίες και να τις λέει γύρω του. Με τον καιρό απέκτησε μεγάλη φήμη κι όλοι έτρεχαν κοντά του να ακούσουν κάποιο μύθο του σχετικά με κάποιο πρόβλημα που τους απασχολούσε. Σιγά - σιγά οι μύθοι του άρχισαν να μεταδίδονται από στόμα σε στόμα μεταξύ των ανθρώπων, μέχρι την ελληνιστική εποχή οπότε συγκεντρώθηκαν και παρουσιάστηκαν σαν ένα βιβλίο, αιώνες αργότερα.
Οι Μύθοι του Αισώπου έχουν μια ιδιαίτερη χάρη, μια θαυμαστή απλότητα και άφταστη διδακτικότητα! Είναι παρμένοι από την καθημερινή ζωή και την φύση. Ο Αίσωπος έχει μια μοναδική δυνατότητα να δίνει στα ζώα ανθρώπινες ιδιότητες, ψυχή και λαλιά, σε τέτοιο βαθμό που να θεωρείς ότι αυτή ήταν κάποτε η πραγματικότητα και όλα αυτά που διηγείται έχουν συμβεί.


Το λιοντάρι, ο Προμηθέας κι ο ελέφαντας


Μια μέρα το λιοντάρι παρουσιάστηκε στον Προμηθέα.

Έχω πολλά παράπονα του είπε.
Με ποιον τα 'χεις;
Με σένα που μ' έπλασες.
Ο Προμηθέας παραξενεύτηκε.
Με μένα τα 'χεις τα παράπονα; ρώτησε. Μήπως δεν σ' έπλασα ένα αγρίμι μεγάλο κι όμορφο;
Ναι, παραδέχτηκε το λιοντάρι.
Μήπως δεν σου 'δωσα δόντια δυνατά, που μπορείς να συντρίψεις μ' αυτά και τα πιο χοντρά κοκάλα;
Μου τα 'δωσες.
Δεν σου έδωσα πόδια δυνατά και γρήγορα;
Μου έδωσες.
Δεν σου έδωσα νύχια δυνατά και κοφτερά;
Κι αυτά μου τα έδωσες, παραδέχτηκε το λιοντάρι.
Τότε, γιατί παραπονιέσαι με μένα, απόρησε ο Προμηθέας.
Παραπονιέμαι γιατί, ενώ είμαι μεγάλο, όμορφο και δυνατό θηρίο, φοβάμαι τον πετεινό, του εξήγησε το λιοντάρι.
Τότε με τον εαυτό σου να τα βάζεις και όχι με μένα. Η ψυχή η δική σου φοβάται τον πετεινό κι εγώ δεν έπλασα την ψυχή σου.

Το λιοντάρι κατέβασε το δυνατό του κεφάλι, γιατί δεν είχε τι να πει στον Προμηθέα, μια που εκείνος δεν είχε πλάσει την ψυχή του και μια που η ψυχή του έφταιγε, που φοβότανε τον πετεινό. Γύρισε λοιπόν στενοχωρημένο στο άγριο δάσος, όπου ζούσε και μερόνυχτα ολόκληρα βασανιζότανε μ' αυτή τη σκέψη: γιατί φοβότανε τον πετεινό; Πώς θα 'κανε να κατανικήσει εκείνο τον παράξενο φόβο του; Κι επειδή δεν έβρισκε καμιά λύση, αποφάσισε να αυτοκτονήσει.
Την ώρα λοιπόν που πήγαινε να αυτοκτονήσει, αντάμωσε στο δρόμο του ένα πελώριο ελέφαντα, που κουνούσε διαρκώς τα τεράστια αυτιά του.
Πες μου, τον ρώτησε περίεργο το λιοντάρι, γιατί κουνάς διαρκώς τα αυτιά σου;
Κουράζομαι, αλλά δεν μπορώ να κάνω κι αλλιώς, του ομολόγησε ο ελέφαντας. Φοβάμαι αυτό το κουνούπι! Αυτό το μικροσκοπικό έντομο, που βουίζει διαρκώς, με κάνει και τρελαίνομαι από το φόβο μου, κι αλίμονό μου αν χωθεί μέσα, βαθιά στο αυτί μου.

Το λιοντάρι ακούγοντας εκείνα τα λόγια του ελέφαντα, γύρισε πίσω στη σπηλιά του.
«Τι ανόητο που ήμουν», έλεγε μέσα του, «να πηγαίνω να αυτοκτονήσω, γιατί φοβάμαι τον πετεινό. Εγώ είμαι πιο δυνατό κι από τον ελέφαντα ακόμη, μια που εγώ τουλάχιστον φοβάμαι τον πετεινό, ενώ εκείνος φοβάται το κουνούπι!»
Κι αποφάσισε να ζήσει, έστω κι αν φοβότανε τον πετεινό. Είχε πάρει, βλέπετε, θάρρος, μια που είδε πως υπήρχε και χειρότερος φόβος από το δικό του.

Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία


Αναρτήθηκε από..
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ



mail επικοινωνίας: stathis.f@windowslive.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

ΚΑΛΩΣ ΗΡΘΑΤΕ!!!

ΠΕΡΙΕΓΗΘΕΙΤΕ ΣΤΟ BLOG ~)Ι(~ ΕΛ-ΛΗΝΩΝ ΔΙΚΑΙΟΝ ~)Ι(~ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΑΣΧΟΛΕΙΤΕ ΜΕ ΟΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΣΤΗΝ ΧΩΡΑ ΜΑΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΜΕ ΔΙΕΘΝΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ. ΒΡΕΙΤΕ ΟΤΙ ΣΑΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ ΚΑΙ ΕΝΗΜΕΡΩΘΕΙΤΕ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σελίδες

Αναγνώστες